Κυριακή 7 Νοεμβρίου 2010

Μπιφτέκι, μπριζόλα, σαρδέλα, χταπόδι, καλαμάρι

Η πόλη δεν είχε καλή παράδοση στην εστίαση. Όταν ήταν για ταβέρνα καταφεύγαμε για χρόνια στο Άργος Ορεστικό. Η Ομόνοια και ο Ζαχαρίας σαν σε ελληνική ταινία της φτωχολογιάς σέρβιραν «κατσαρόλα» στους γουναράδες και δημοσίους υπαλλήλους Παπαμιχαήλ της εποχής. Ακόμη ένα μαγερειό πρέπει να υπήρχε δίπλα στο φαρμακείο Παπακυρίλλου, δεν το θυμάμαι καλά. Και τα σουτζουκάκια του Χομεϊνί. Απεναντίας, η διπλανή κωμόπολη φιλοξενούσε σαββατιάτικες εξόδους σε μαγαζιά που ήταν σαφώς συνεπέστερα στην ποιότητα και ποσότητα του φαγητού. Ήταν μάλλον η εποχή της δουλειάς κι όχι της απόλαυσης. Και ο ταβερνιάρης δεν ήταν καλή δουλειά.

Τα πράγματα όμως είναι ρευστά. Πλέον πεινασμένα ΚΑΠΗ, φασαριόζικα σχολεία, ΚΖΑ, ΡΝΑ και άλλες πινακίδες της Κυριακής, σιροπιαστά ζευγάρια της Θεσσαλονίκης και φάρμερ της Κηφισιάς και του Αμαρουσίου συνωστίζονται πλέον στη νότια παραλία για να «πιουν ουζάκι» και να δοκιμάσουν «καστοριανούς μεζέδες». Η νέα τάξη πραγμάτων επιβάλλει μακροσκελέστατα menu, αχταρμά θαλασσινών, λιμνήσιων, βουκολικών, χορτοζαρζαβατικών. Ιδού πως ξεκινά ένα τυπικό ποίημα: μπιφτέκι- μπριζόλα- σαρδέλα- χταπόδι- καλαμάρι-μανιτάρια σχάρας- εξοχικό- κότσι- ρόκα βαλσάμικο- τηγανιά της γιαγιάς. Ξεφυλλίζοντας περιοδικό κυριακάτικης: φινόκιο, παπαρδέλες, κουκουνάρια, ψιλοκομμένο τζίντζερ. Χαζεύοντας τηλεόραση: πέστο, τσίλι, ντρέσινγκ, σος, καρπάτσο (!). Κρυφακούγοντας: συνταγές και Μαμαλάκηδες.
Η μαστούρα συνεχίζεται. Βιολογικά σταντ αμφίβολης αξιοπιστίας, ονόματα μπαχαρικών, σεφ-σταρ των Αθηνών με ύφος σε εκπομπές, η κυρά Μαρία παρακολουθεί με ορθάνοιχτες κόρες τον αμφισεξουαλικό παρουσιαστή του τάδε TV να τηγανίζει.

Πρόκειται για μετάλλαξη στον τρόπο που ο Έλληνας βλέπει το φαγητό. Από το καθημερινό απλό μαγειρευτό με το ποτήρι ρετσίνα που γινόταν ψητό με πατάτες στις γιορτές και Κυριακές, σε απίστευτους παγκοσμιοποιημένους συνδυασμούς και σεφ-ικές λέξεις.
Ο τρόπος που μαγειρεύεις, τρως και η έκταση που ασχολείσαι με τα προς βρώσιν προδίδουν περισσότερα από όσα φαίνεται. Η εξώθηση στα φιλήδονα άκρα μιας εκ των τριών βασικών αναγκών του ανθρώπου, κάνει ό,τι και στις άλλες δύο. Έτσι, είναι ταυτόσημο να επιμένεις σε γκουρμέ διατροφή, να ψωνίζεις αποκλειστικά φιρμάτα ακριβά ρούχα, να χτίζεις βασιλικά παλάτια για σπίτια.

Η ματαιότητα διανθίζεται στιγμιαία με ψευδαισθήσεις απόλαυσης. Μάλλον λάθος τρόπος να καταπολεμά κανείς τον χρόνο ή την πλήξη του. Ας μην γελιόμαστε: μας πήρε το ποτάμι. Το ίδιο ποτάμι με τα Πόρσε Καγιέν και τα ημιτελή παραθαλάσσια εξοχικά.

1 σχόλιο:

  1. Δεν ήταν μόνο η "Ομόνοια" και ο "Ζαχαρίας" αλλά και η "Κληματαριά" δίπλα στου Παπακυρίλλου το φαρμακείο, λίγο πιο πάνω ο "Λαμπαδάριος", ο γνωστός "Μάντζαρης", ο "Βασιλείου", λίγο αργότερα ο "Τσομπάνος", στον γύρο της λίμνης κυρίως η "Μύτκα" και η "Μαυριώτισσα", και άλλα που μου διαφεύγουν, τα πιο πολλά όμως με πολύ καλή κουζίνα είτε σε μαγειρευτό είτε σε "της ώρας". Στό Άργος είχε ωραία καναγκιουρίσια μαγεριά όπως το εξαιρετικό του "Σικαβίτσα" αλλά και ταβέρνες όπως του "Σαμαρά" και του "Γαλανόπουλου". Όσο για ζαχαροπλαστεία άστα.... οι σιελογόνοι μου θυμούνται πολύ έντονα....
    και είναι μια άλλη ιστορία...

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Σχολιάζετε ελεύθερα, εισάγοντας προφίλ "όνομα" ή επιλέγοντας "Ανώνυμος"