Κατέβασα ένα αυθεντικό Pacman και παίζω μανιωδώς αυτές τις μέρες. Ανασύρω το παλιό σκηνικό: δεκάρικο στη σχισμή, φραπές στο αριστερό χέρι, μοχλός στο δεξί, δυο-τρείς θεατές πιθανόν και ο επαναλαμβανόμενος εκκωφαντικός ήχος με κάθε χάψιμο βούλας.
Τι το έκανε το πιο επιτυχημένο ηλεκτρονικό παιχνίδι όλων των εποχών;
Ο Pacman/εσύ τρέχεις και ελίσσεσαι στον λαβύρινθο/πορεία με στόχο να καταβροχθίσεις όλες τις βούλες/εκκρεμότητες δίχως να σε συλλάβουν/αποτύχεις. Έχεις πού και πού την ευκαιρία πιάνοντας μεγάλη βούλα/κρίσιμο σημείο να αναστρέψεις την κατάσταση και από κυνηγημένος να γίνεις κυνηγός για λίγο. Τα φαντάσματα/οι δυσκολίες σουλατσάρουν και σταδιακά αγριεύουν- όσο πιο πολλά καταφέρνεις τόσο πιο δύσκολα γίνονται τα πράγματα. Κάποτε σταματά και η δυνατότητα να αναστρέφεις την κατάσταση, μπορείς μόνο να αποφεύγεις τους κυνηγούς. Η «ζωή» που κερδίζεις κάθε τόσο ανάσα. Τα φρουτάκια επιβράβευση.
Περιοδικά σε κυριεύουν συναισθήματα κατατρεγμού, μίσους, ευφορίας, ικανοποίησης, μετάνοιας, καταδίωξης, εκδίκησης, θρίαμβου, αυτοκριτικής. Και πάλι από την αρχή.
Είναι υπαρξιακό!
Ωραίο κείμενο, Χ. Ω ρε κόλλημα: εφάμιλλο της τσόντας
ΑπάντησηΔιαγραφήδεν μπορώ να περάσω τους 150.000 πόντους...
ΑπάντησηΔιαγραφή